dc.description.abstract | Στη δεκαετία του 1990, η χώρα μας δέχτηκε ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών, κυρίως από χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Ως επακόλουθο, και η ελληνική εκπαίδευση δέχτηκε ένα μεγάλο αριθμό αλλοδαπών μαθητών, από τις αντίστοιχες χώρες. Από τη νέα αυτή πραγματικότητα αναδείχτηκαν πολλά ζητήματα, όσον αφορά στην ένταξη των αλλοδαπών μαθητών στην εκπαιδευτική κοινότητα καθώς και στην αντιμετώπιση τους από αυτή. Το σχολικό περιβάλλον είναι ένας χώρος στον οποίο χρησιμοποιούνται ευρέως λέξεις που ταξινομούν και διακρίνουν τους μαθητές ανάλογα με τη φυλετική ταυτότητα, την εθνικότητα, την εμφάνιση ή την κοινωνική και πολιτισμική οντότητα. Οι μετανάστες μαθητές έχουν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, που έχουν να κάνουν τόσο με τη διαδικασία κοινωνικοποίησής και ένταξής τους στο νέο περιβάλλον της χώρας εγκατάστασης, όσο και με τη σχολική ένταξη τους στο περιβάλλον του σχολείου. Αντιλαμβάνονται ότι εκτός από τους επίσημους κανόνες εντός και εκτός της κοινωνίας του σχολείου υπάρχουν και άλλοι ανεπίσημοι, οι οποίοι μπορεί να είναι πολύ πιο ισχυροί και καθοριστικοί από τους επίσημους. Με την «ετικετοποίηση» αυτή οι μαθητές αισθάνονται ανίσχυροι, απομονωμένοι, αποξενωμένοι, αλλοτριωμένοι και «κατώτεροι». Η ίδια η ταυτότητα τους συχνά συντρίβεται από τη ξαφνική αλλαγή, η οποία προέρχεται από την αλλαγή περιβάλλοντος (και χώρας) που μόλις βίωσαν, και κατηγοριοποιείται κάτω από το γενικό τίτλο «αλλοδαπός» ή «Αλβανός» με αρνητική συνήθως σημασία. Οι Αλβανοί μαθητές ουσιαστικά ζουν ανάμεσα σε δύο κόσμους, εκείνου του σχολείου και εκείνου του σπιτιού τους. Στο σχολείο διδάσκονται (σ)την ελληνική γλώσσα, μαθαίνουν για τον ελληνικό πολιτισμό και τις παραδόσεις, διασκεδάζουν, ερωτεύονται, κάνουν παρέες, μετέχουν σε εκδρομές και άλλες δραστηριότητες, μιλούν όπως οι Έλληνες συνομήλικοι τους. Στο σπίτι κάποιοι μιλούν την εθνική τους γλώσσα και ακολουθούν τα δικά τους εθνικά πολιτισμικά έθιμα και προσπαθούν να ακολουθήσουν τους γονείς στις παραδόσεις τους. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η κοινωνία αλλά και το σχολείο αγνοεί ή δε δίνει τη δυνατότητα πολιτισμικής έκφρασης στους μαθητές των μεταναστευτικών ομάδων. Προκειμένου λοιπόν να ενταχθούν, η συμπεριφορά τους παρουσιάζει μια ανεκτικότητα απέναντι στους «άλλους», με συνέπεια να γίνονται πιο «ανοιχτοί» στις αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή τους και ταυτόχρονα αποδεκτοί και επιθυμητοί στις σχολικές τους παρέες. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι διαγράφουν το παρελθόν τους και την πατρίδα τους, αν και σε κάποιες περιπτώσεις συμβαίνει να απορρίπτουν όλα τα στοιχεία που τους χαρακτηρίζουν ως «ξένους», «άλλους», «Αλβανούς» και μέσα από τις συναναστροφές τους μόνο με Έλληνες πλέον, προσπαθούν να αποκτήσουν μία καινούργια ταυτότητα, υιοθετώντας ακριβώς την ζωή των Ελλήνων εφήβων συμμαθητών τους, ελπίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα βγουν από το κοινωνικό περιθώριο, αποτινάζοντας το αρνητικό στερεότυπο του Αλβανού μετανάστη. Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες, σε μεγάλο ποσοστό, δεν αποδέχονται την ετερότητα, με συνέπεια να εκδηλώνουν δυσφορία απέναντι στους μετανάστες. Στον κόσμο των εφήβων όμως, τα πράγματα φαίνεται να είναι πιο θετικά, όσον αφορά στο ζήτημα των σχέσεων μεταξύ μεταναστών και γηγενών μαθητών. Οι γηγενείς συμμαθητές τους, είτε πρόκειται για αγόρια είτε για κορίτσια, εμφανίζονται πιο δεκτικοί και δείχνουν θετική στάση απέναντι στους Αλβανούς συμμαθητές τους. | el_GR |