dc.description.abstract | Στην παρούσα διπλωματική εργασία παρουσιάζονται και αναλύονται οι όροι της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ), της περιβαλλοντικής πράσινης λογιστικής και του κοινωνικού αποτυπώματος. Μία κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση θα πρέπει να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις των δραστηριοτήτων της τόσο στο περιβάλλον όσο και στην κοινωνία, δρώντας, προφανώς, μέσα στα πλαίσια του νόμου. Η περιβαλλοντική λογιστική εστιάζει στην αναγνώριση της αξίας του κοινωνικού κόστους στον υπολογισμό της μέτρησης απόδοσης ενός οργανισμού, λαμβάνοντας υπόψη διάφορες περιβαλλοντικές παραμέτρους. Τέλος, το κοινωνικό αποτύπωμα αποτελεί μια μέθοδο μέτρησης των επιπτώσεων στον άνθρωπο, την κοινωνία και το περιβάλλον.
Στο πλαίσιο του εμπειρικού μέρους της εργασίας, διεξάχθηκε μια έρευνα σε δείγμα 161 εταιρειών εισηγμένων στο Χ.Α.Α., από όλους τους κλάδους, εξετάστηκε εάν η αναφορά του κοινωνικού αποτυπώματος στις επίσημες οικονομικές εκθέσεις διαφοροποιείται ανά κλάδο, μέγεθος και ανάλογα με διάφορους χρηματοοικονομικούς δείκτες για το 2017.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχουν κάποιες μικρές κλαδικές επιδράσεις, όπου στον κλάδο της υγείας βρέθηκε ότι υπάρχουν οι περισσότερες αναφορές, ενώ στους κλάδους κοινής ωφέλειας-τηλεπικοινωνίας-ενέργειας και των χρηματοοικονομικών οι λιγότερες αναφορές. Τα ίδια ευρήματα παρατηρήθηκαν και για αναφορές κοινωνικού αποτυπώματος ως προς τη συνιστώσα των εργαζόμενων. Για την συνιστώσα του περιβάλλοντος, όμως, βρέθηκε ότι ο κλάδος των χρηματοοικονομικών προβαίνει σε λιγότερες αναφορές στο περιβάλλον, ενώ προκύπτει ότι επιχειρήσεις που προέρχονται από κλάδους που παράγουν βιομηχανικά προϊόντα προβαίνουν σε περισσότερες αναφορές για το περιβάλλον σε σχέση με τις επιχειρήσεις που παράγουν καταναλωτικά προϊόντα. Τέλος, και για τη συνιστώσα της κοινωνίας βρέθηκε ότι οι αναφορές στην κοινωνία είναι πιο έντονες σε επιχειρήσεις που προέρχονται από γενικά κλάδους που παράγουν καταναλωτικά προϊόντα, ειδικά για τους κλάδους της υγείας και της ψυχαγωγίας-τουρισμού.
Τα αποτελέσματα της εμπειρικής μελέτης έδειξαν, επίσης, ότι υπάρχει και σημαντική επίδραση μεγέθους, όπου επιχειρήσεις με μεγαλύτερο μέγεθος τείνουν να προβαίνουν σε περισσότερες αναφορές του κοινωνικού αποτυπώματος στις οικονομικές εκθέσεις τους και συνολικά και σε κάθε μία επιμέρους συνιστώσα.
Τέλος, ως προς την επίδραση των χρηματοοικονομικών δεικτών, τα αποτελέσματα της εμπειρικής μελέτης έδειξαν ότι ούτε η χρηματοοικονομική επίδοση, μετρημένη με τους δείκτες αποτελεσματικότητας, μικτού περιθωρίου κέρδους, αποδοτικότητας συνολικών και ιδίων κεφαλαίων, ούτε η μόχλευση των επιχειρήσεων συνδέεται με την ένταση των αναφορών του κοινωνικού αποτυπώματος.
Τα αποτελέσματα αυτά επιδέχονται ορισμένες ερμηνείες και εξηγήσεις και μπορεί κάποιος να κατανοήσει ποια είναι τα κίνητρα για δράσεις και αναφορές κοινωνικού αποτυπώματος στη χρονική συγκυρία της κρίσης που βιώνει η Ελληνική οικονομία. | el_GR |