dc.description.abstract | Το Παλαιστινιακό ζήτημα είναι γνωστό πως αποτελεί το μακροβιότερο διεθνές ζήτημα, το οποίο επηρεάζει την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο επηρεάζεται από την πολιτική που ακολουθεί το Ισραήλ, από την πολιτική των αραβικών κρατών αλλά και εξωγενών δυνάμεων όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Η.Π.Α. συγκεκριμένα, έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην μέχρι τώρα εξέλιξη του Παλαιστινιακού ζητήματος, καθώς η Μέση Ανατολή αποτελεί διαχρονικά ένα πέδιο εξαιρετικής σημασίας για τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η μελέτη της αμερικανικής πολιτικής στο Παλαιστινιακό, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αυτό αποτελεί την "καρδιά" των προβλημάτων στην Μέση Ανατολή και ως εκ τούτου επηρεάζει και επηρεάζεται από τις εξελίξεις στην περιοχή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσεται και η μελέτη της αμερικανικής πολιτικής στο Παλαιστινιακό, η οποία διαθέτει ορισμένα σταθερά χαρακτηριστικά, όπως η στρατηγική συμμαχία μεταξύ Η.Π.Α. και Ισραήλ, διαφοροποιείται όμως ανάλογα με τις γενικότερες διεθνείς και περιφερειακές συνθήκες που επικρατούν.
Έτσι, διαπιστώνει κανείς σημαντικές διαφορές μεταξύ της πολιτικής διαφορετικών προέδρων, όπως ο Μπάρακ Ομπάμα και ο διάδοχός του Ντόναλντ Τράμπ. Ο Μπάρακ Ομπάμα, προσπάθησε να διαχειριστεί το Παλαιστινιακό μέσα στο δυσμενές για τις Η.Π.Α. κλίμα που δημιούργησε ο πόλεμος κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας του οποίου ηγήθηκε ο προκάτοχος του Τζώρτζ Μπους ο νεότερος μετά τις ισλαμικές τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Το πλαίσιο που επέλεξε ήταν αυτό της πολυμέρειας και στόχος του ήταν η προώθηση μίας κοινά αποδεκτής λύσης, πράγμα που όχι μόνο θα ήταν προς όφελος και των δύο λαών αλλά και θα αποτελούσε έναν σημαντικό σταθεροποιητικό παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή. Τα αποτελέσματα όμως δεν ήταν τα αναμενόμενα, δεδομένης της βούλησης του Ισραήλ να επιβάλει τους όρους του στους Παλαιστίνιους, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι Παλαιστίνιοι ασκούν τρομοκρατία εναντίον του Ισραήλ μετά την έναρξη της δεύτερης παλαιστινιακής Ιντιφάντα, τον Σεπτέμβριο του 2000, και τις επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον Ισραηλινών πολιτών.
Ο Ντόναλντ Τράμπ, επέλεξε την μονομέρεια και την ταύτιση της πολιτικής του με τις ισραηλινές θέσεις και απόψεις, πράγμα που δεν ήταν μόνο προεκλογικές δεσμεύσεις αλλά και μετεκλογική πράξη, εφ΄όσον έσπευσε να αναγνωρίσει την προσάρτηση της κατειλημμένης από το Ισραήλ Ανατολικής Ιερουσαλήμ και την ανακήρυξη της σε «αιώνια και αδιαίρετη πρωτεύουσα του εβραϊκού κράτους» αλλά και να μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία από το Τέλ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για μία πράξη που δηλώνει με κατηγορηματικό τρόπο την απόλυτη ταύτιση Η.Π.Α. – Ισραήλ και ταυτόχρονα την πλήρη απαξίωση βασικών κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., όπως η απόφαση 181 του 1948, η οποία προβλέπει ότι η Ιερουσαλήμ αποτελεί "corpus separatum" ή η απόφαση 242 του 1967, η οποία ζητά την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων τα οποία κατέλαβε κατά τον πόλεμο του 1967, μεταξύ των οποίων και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, η οποία προοριζόταν, σύμφωνα με την απόφαση 181, να αποτελέσει την πρωτεύουσα του αραβικού κράτους, επειδή εκεί βρίσκεται ο τρίτος ιερότερος τόπος του Ισλάμ, το τέμενος του Αλ Άκσα.
Παρατηρείται λοιπόν η ταύτιση της αμερικανικής πολιτικής με την ισραηλινή πολιτική αναφορικά με το Παλαιστινιακό, όπως ακριβώς είχε συμβεί και επί εποχής του Τζώρτζ Μπους του νεότερου και του Αριέλ Σαρόν μετά την 11η Σεπτεμβρίου, με το επιχείρημα ότι η Χαμάς ασκεί ισλαμική τρομοκρατία εναντίον του Ισραήλ και απειλεί την ασφάλεια του Ισραήλ, την δημοκρατία και την διεθνή ειρήνη. Το επιχείρημα αυτό ενισχύθηκε προφανώς μετά τα τρομοκρατικά πλήγματα εναντίον των Η.Π.Α. το 2001, ενισχύοντας παράλληλα τις ισραηλινές θέσεις, δηλαδή την νομιμοποίηση της παράνομης κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών.
Στην παρούσα πτυχιακή εργασία υποστηρίζεται, επομένως, ότι η αμερικανική πολιτική στο Παλαιστινιακό ζήτημα συνεχίζει να έχει ως βασικό της άξονα την συμμαχία Η.Π.Α. – Ισραήλ, που αποτελεί ένα σταθερό σημείο σε μία ασταθή περιοχή, διαφοροποιείται όμως ανάλογα με τις διεθνείς και περιφερειακές συνθήκες, όπως προκύπτει από την ανάλυση της πολιτικής των δύο τελευταίων προέδρων των Η.Π.Α. στο Παλαιστινιακό. Ταυτόχρονα, οι διαφορετικές αυτές πολιτικές αντανακλούν και τις διαφορετικές οπτικές των δύο Αμερικανών προέδρων αναφορικά με την γενικότερη μεσανατολική τους πολιτική, η οποία με τη σειρά της αντικατοπτρίζει τις αρχές που την διέπουν σε κάθε περίοδο: πολυμέρεια και χρήση έξυπνης ισχύος έναντι μονομέρειας με ταυτόχρονη χρήση σκληρής ισχύος και εξαναγκασμού. | el_GR |