dc.description.abstract | Οι συμπράξεις δημοσίου – ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) αποτελούν ενυπόγραφες συμφωνίες για την ανάληψη και ολοκλήρωση δημοσίων έργων, υπό το καθεστώς της ιδιωτικής συμμετοχής στο σύνολο των σταδίων κατασκευής, ενώ παράλληλα περιλαμβάνουν και προβλέψεις συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα και στην λειτουργία του εκάστοτε έργου. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για χρηματοδοτικά εργαλεία, τα οποία και χαρακτηρίζουν την σύγχρονη δημόσια διοίκηση, λόγω της ταχύτητας εφαρμογής, και της ευελιξίας που προσφέρουν στον δημόσιο τομέα, μέσω της εκμετάλλευσης της τεχνογνωσίας του ιδιωτικού τομέα.
Στο πλαίσιο αυτό οι ΣΔΙΤ εξετάζονται κατά κύριο λόγο ως «χρηματοδοτικά εργαλεία» καθώς κατά την εφαρμογή τους, ο ιδιώτης αναλαμβάνει μέρος του κόστους της αρχικής επένδυσης, ή και το σύνολο αυτής, με αποτέλεσμα το δημόσιο να παρέχει στη συνέχεια τις απαραίτητες αποζημιώσεις για την μεταβίβαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Η λειτουργία αυτή, καθιστά τις ΣΔΙΤ ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα, δεδομένου πως ενισχύουν την θέση και την διαπραγματευτική ικανότητα του ιδιωτικού τομέα έναντι του δημοσίου, και ιδίως σε περιπτώσεις κρίσιμων κρατικών υποδομών και κοινωνικών έργων, με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίζονται θετικά από τους κοινωνικούς φορείς και μεγάλο μέρος των πολιτών.
Στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί η υλοποίηση μιας δια συγκριτικής και διαχρονικής μελέτης αναφορικά με τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), οι οποίες προτιμήθηκαν κυρίως στην υλοποίηση των δημοσίων έργων μεταφορών, τα οποία χρηματοδοτούνται και κατασκευάζονται μέσω συμβάσεων παραχώρησης με ολική ή μερική χρηματοδότηση, σε επίπεδο Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, και περιγράφει μια σύγχρονη πραγματικότητα τόσο σε επίπεδο δημοσιονομικού κόστους και ταχύτερων χρόνων ολοκλήρωσης όσο και στην υψηλότερη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών μετέπειτα, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την παραγωγικότητα, και την αποδοτικότητα | el_GR |